Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2010

Ουπς!


Ο φόβος κυρίευσε και το τελευταίο μου κύτταρο. Οι τρίχες μου σηκώθηκαν μια- μια, για να ξανακαθίσουν ήρεμες πάνω στην κοτσίδα μου πολύ πολύ αργότερα.

Η καρδιά μου ξεκίνησε το τουμπερλέκι, τα μάτια μου άρχισαν να ανοιγοκλείνουν στη διπλή ταχύτητα και οι βαθιές ανάσες στις οποίες κατέφυγα δεν έκαναν τίποτα. Φρίκαρα, για να το πω κομψά. Χέστηκα απάνω μου. Ήταν Η στιγμή. Δεν είναι η πρώτη φορά που έρχεται, θα ‘πρεπε να ξέρω πώς να την αντιμετωπίσω. Ουφ, βαθιά ανάσα. Merde, τίποτα. Είναι λοιπόν η στιγμή που συνειδητοποιώ ότι έχω πέσει με τα μούτρα- πως το λένε, ότι το έχω δαγκώσει, όχι το κρύο- τη λαμαρίνα, ότι χάνω την ελευθερία μου, ότι ΑΑΑΑΑΑΧ ΜΟΥ ΛΕΙΠΕΙ. Merde, το είπα; Ε θα το ξαναπώ- μου λείπει. Τι έγινε ρε παιδιά; Πότε μας προέκυψε αυτό κι εγώ που ήμουν; Τι που ήσουνα ρε βλαμμένο; Θα μου πεις και θα χεις και δίκιο. Σπίτι του ήσουν. Χτες. Και προχτές. Και παραπροχτές. Έ, έτσι σας προέκυψε. Άουτς. Είναι τρομερή αυτή η στιγμή. Κυριολεκτικά τρομερή, αφού φέρνει τρόμο. Δε μπορώ να χρησιμοποιήσω άλλη λέξη. Τρόμος ότι δεν είσαι πια ελεύθερος κι αυτόνομος και σούπερ ανεξάρτητος και πολύ μάγκας. Τρόμος ότι και κάποιος άλλος τώρα ορίζει τη ζωή σου- όσο μπορεί να ορίζει τη ζωή σου κάτι που σου λείπει. Συγγνώμη που θα το πω, αλλά για κάποιον που δεν του αρέσει να του λείπουν πράγματα, αυτό είναι μια μικρή καταστροφή. Διότι τότε όλα αυτά που σε κάνουν κατά τα άλλα να γουστάρεις, γίνονται αίφνης απειλές. Αυτά που σου έρχονται στο μυαλό όταν σε ρωτάνε «τι σου αρέσει πιο πολύ στο Μάκη» κι εσύ αραδιάζεις αυθόρμητα γλυκανάλατες αηδίες τύπου «με το Μάκη όλα ξαφνικά είναι τόσο εύκολα» ή «όταν είμαι στην αγκαλιά του νιώθω κάαατι ανατριχίλες» ή «από τότε που γνώρισα το Μάκη,something changed » γίνονται τότε διπρόσωποι Θεοί σαν τον Ιανό: από τη μία σου κολλάνε το ηλίθιο χαμόγελο στη μούρη, από την άλλη σου χτυπάνε το καμπανάκι του κινδύνου. Για να μη μιλήσω για τα φαντάσματα του παρελθόντος. Διότι την τελευταία φορά που μου κόλλησε το ηλίθιο χαμόγελο στη μούρη, μεγεθύνθηκε τόσο που δεν έβλεπα μπροστά απ’τη μύτη μου και πήγα και στούκαρα σ’ένα τοίχο νααα, με το συμπάθιο. Εβλήθην από πανικό, λοιπόν, αγαπητέ αναγνώστη. Η αίσθηση αυτοσυντήρησης και αυτό-ηλιθιότητας ξεκίνησε να κατεβάζει ταχέως τα ρολά, εμένα ξεκίνησαν να μου φταίνε όλα και τίποτα και κόντεψα να τον στείλω από κει που’ρθε. Έτσι, γιατί τον γουστάρω. Ίσα που πρόλαβα τελευταία στιγμή να βάλω το πόδι μου να μην κλείσει το ρολό. Κι ας κάνει ο φόβος κι άλλη τρύπα στο νερό, που λέει και η Λίνα…

Δημοσ. στη FAQ στις 9.12.10

Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2010

υπαίθριο (τε)μενος

FAQ pray

Υπαίθριο (τέ)μενος*

* μένος το [ménos] : έντονη διάθεση για δράση ιδίως βίαιη: Πολεμικό / καταστροφικό ~. [λόγ. < αρχ. μένος `δύναμη, λύσσα στη μάχη΄] / μένος (το) ου σ. [αρχ. μένος] ψυχική ορμή, ακράτητη δύναμη, παραφορά.
μεσαιωνισμός (ο) ουσ. [<μεσαίων]: ανελευθερία, οπισθοδρομικότητα.

Στο λεξικό αυτές τις δύο λέξεις τις χωρίζουν 73 λήμματα. Μερακλίδικος, μεροκαματιάρης και άλλα 71 άσχετα. Στην πλατεία Αττικής, όμως, το μένος και ο μεσαιωνισμός χώρισαν πάλι τους μεν από τους δε: τους μουσουλμάνους που μαζεύτηκαν να γιορτάσουν το Μπαϊράμι τους την Τρίτη το πρωί, και μια ομάδα κατοίκων μαζί με τους γνωστούς ενοχλημένους ακροδεξιούς, οι οποίοι (υπ)άκουσαν το κάλεσμα του δημοτικού συμβούλου τους Ν. Μιχαλολιάκου, που είχε προηγηθεί τη Δευτέρα το απόγευμα.

Ρεπορτάζ: Ελίζα Συναδινού


Δεν ήταν η μοναδική πλατεία όπου μαζεύτηκαν για να προσευχηθούν. Νωρίτερα, στα Προπύλαια, ένα υπεράριθμο πλήθος προσευχήθηκε στον θεό του με αφορμή το Kurban Bayrami, τη γιορτή της Ιερής Θυσίας, χωρίς σχεδόν καμιά παρεμβολή. Το ίδιο και σε άλλα σημεία της Αθήνας. Στην πλατεία Αττικής όμως δεν χωράνε τέτοια. Σκορπισμένα φέιγ βολάν που έκαναν λόγο για τη «γιορτή των γουρουνιών» (ειρωνεία, οι μουσουλμάνοι θεωρούν το χοιρινό βρώμικο και δεν το τρώνε) είχαν προετοιμάσει το έδαφος όπου αργότερα θα στρώνονταν τα σεντόνια και θα γονάτιζαν οι πιστοί. Κάποιοι κάτοικοι είχαν βγάλει ηχεία στα μπαλκόνια τους να παίζουν στη διαπασών (Παπακωσταντίνου…) για να μην μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους οι προσευχόμενοι, διάφοροι άλλοι ήταν μαζεμένοι γύρω-γύρω, έπεσαν και κάνα δυο αβγά. Ευτυχώς η αστυνομία που είχε κυκλώσει την περιοχή αυτή τη φορά έπραξε τα δέοντα και δεν δημιουργήθηκαν επεισόδια. Μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν σημειώθηκε κανένα σοβαρό κρούσμα βίας. «Εγώ μπορώ να κάτσω μέχρι το βράδυ εδώ στην άσφαλτο», είχε πει ένα κορίτσι που βγήκε από την παρέα των αγοριών που στα κράνη τους έχουν αυτοκόλλητα με γαλάζιες σημαίες. Φώναζε στα ΜΑΤ από μακριά. Κι αυτοί κοιτούσαν, από μακριά. Τι να πουν... Δεν έφεραν αυτοί τη γειτονιά της σ’ αυτή την κατάσταση. Δεν θα καρπωθούν αυτοί τα κέρδη από την υποβάθμιση. Δεν φταίνε αυτοί για το μίσος που σιγοβράζει εδώ και καιρό σε κάθε γωνιά της περιοχής. Της περιοχής που έχει μετατραπεί σε υπαίθριο ξενοδοχείο και ουρητήριο μεταναστών και σε πεδίο δράσης του κάθε θερμοκέφαλου. «Μην περάσεις από εκεί, είναι μόνο για ξένους, εσύ είσαι Έλληνας», φώναζε ένας στον φίλο του που πήγαινε στη δουλειά του από το πεζοδρόμιο που στεκόταν και η διμοιρία. «Να πεις στον δήμαρχο να έρθει να μας απολυμάνει την πλατεία», είπε μια κάτοικος στη δημοτική υπάλληλο καθαριότητας. Κανείς δεν ακούει το πρόβλημά της και το λέει όπου βρει ελπίζοντας ότι κάποιος θα ακούσει. Μόνο που όταν κανείς δεν ακούει, η απελπισία δίνει στα χέρια όπλα που καμιά προσευχή δεν έχει τη δύναμη να πολεμήσει.

Info: Το Μπαϊράμι είναι μία από τις σημαντικότερες θρησκευτικές γιορτές των μουσουλμάνων – η άλλη είναι το Ραμαζάνι. Κατά τη διάρκεια του εορτασμού του, σύμφωνα με τον ισλαμικό νόμο, κάθε μουσουλμάνος που έχει την οικονομική δυνατότητα πρέπει να θυσιάσει ένα ζώο, ακολουθώντας την παράδοση του προφήτη Αβραάμ. Ο εορτασμός του κρατάει τέσσερις ημέρες και η μη συμμετοχή σε αυτόν θεωρείται αμαρτία.

Δημοσ. στη FAQ 18/10

Πέμπτη 4 Νοεμβρίου 2010

hotel columbia

Hotel Columbia

Ρημαγμένοι τοίχοι, τσαλαπατημένοι δίσκοι, πλαστικά και ανθρώπινα ρημάδια: τα χρυσά σαρανταπεντάρια της Columbia έχουν καιρό σταματήσει να παίζουν στον Περισσό. Και όχι επειδή δεν χρησιμοποιούμε πια πικάπ.
«Όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι, θα σου αγοράσω ένα κοκοράκι. Το κοκοράκι κι κι ρι κι κι, θα σε ξυπνάει κάθε πρωί». 1930, και το πρώτο τραγούδι ηχογραφείται στις εγκαταστάσεις της ιστορικής δισκογραφικής Columbia, στη Ριζούπολη. Μεσολαβούν όλα τα σουξέ της εποχής, μια επίταξη κατοχής και η κήρυξη ως διατηρητέου του κεντρικού κτηρίου. 80 χρόνια μετά, κανείς δεν τραγουδάει στα χαλάσματα. Τον Τουφίκ και τον Αζέ, τους ξυπνάει κάθε πρωί το φως που μπαίνει απ’τα ανύπαρκτα τζάμια. Αν κάποιος για οποιοδήποτε λόγο αποφάσιζε να τους πάει για δώρο μια κότα, το πιθανότερο είναι ότι θα τους την έπαιρνε η άλλη παρέα μεταναστών, που μένει σε διπλανά δωμάτια.
Σαν απόκληρος γυρίζω στην κακούργα ξενιτιά
Ποιοι είναι αυτοί; Αλγερινοί, Πακιστανοί και Ιρακινοί μετανάστες που έχουν κι αυτοί βρει (σπασμένη) στέγη στα ερείπια της πάλαι ποτέ μουσικής αυτοκρατορίας. Δύσκολο να υπολογίσεις πόσοι είναι, γιατί βρίσκονται διασκορπισμένοι στα διάφορα κτίρια. Πάντως, είναι πάνω από εκατό. Πως ζουν; Ένας Θεός ξέρει, Χριστός, Αλλάχ ή ό,τι άλλο. Δεν βρίσκουν δουλειά, πάντως, τα λεφτά που έρχονται που και που απ’το εξωτερικό δε φτάνουν ούτε για ζήτω και περνάνε μέρες που απλώς δεν τρώνε. Μια σκυθρωπή παρέα, παίρνει τις σακούλες, τις μοιράζει μεταξύ της κι εξαφανίζεται. Οι «δικοί μας» είναι πιο ευγενικοί. Μάλλον έχουν συνηθίσει την παρουσία των Ελλήνων και δεν αντιδρούν. Μια φορά την εβδομάδα, έρχονται κάτι τύποι με τα αυτοκίνητα τους, μπαίνουν από την ορθάνοιχτη μαντρόπορτα, παρκάρουν στο κτήμα και αμολούν τα σκυλιά τους να τρέξουν. Τους κοιτάζουμε από τη γιγαντιαία τρύπα που κάποτε φιλοξενούσε ένα τοίχο, κάδρα, ίσως δίσκους από αυτούς που βάζουν στις κορνίζες όταν πουλάνε πολύ. Έχουμε ανέβει στο δεύτερο, γιατί οι καινούριοι μας φίλοι μας κάλεσαν στα «διαμερίσματα» τους και φυσικά δε μπορούσαμε ν’αρνηθούμε. Περάσαμε πάνω από κάθε λογής πρώην έπιπλο και νυν σκουπίδι, από λίμνες από βρωμόνερα, από καμένους τοίχους, αλλά όταν φτάσαμε το «δωμάτιο» των παιδιών ήταν πεντακάθαρο και μας έφεραν μέχρι και τασάκι. Ο Τουφίκ σκουπίζει συνεχώς: δεν υπάρχουν ούτε καν στάχτες από το αυτοσχέδιο τζάκι. «Εδώ ζέστανα νερό για να κάνω μπάνιο» λέει. «Πήγα στην ταράτσα και πλύθηκα, και ύστερα ήμουν άρρωστος 4 μέρες». Χαμένη στη μετάφραση, προσπαθώ να καταλάβω τα γαλλικά τους. Παρατηρούν ότι καπνίζω πολύ και με ρωτούν γιατί δεν είμαι ακόμα παντρεμένη. Στο λεωφορείο της επιστροφής, ο Αχμέτ θα μου προσφέρει ένα δαχτυλίδι που φοράει στο χέρι του. « Δεν βρίσκω πολλές φορές γυναίκες να μιλάνε γαλλικά» λέει. «Στο Παρίσι οι γυναίκες που φλέρταρα στο δρόμο τουλάχιστον μου απαντούσαν. Εδώ, τους μιλάω στο τρόλει και δεν με κοιτάζουν καν».
Κάνουν «αντρικά» αστεία με τον Αχιλλέα, μας βάζουν τη μουσική τους και αναπαριστούν γελώντας τις συλλήψεις της αστυνομίας. Ο Αχμέτ κάνει πως περπατάει ανέμελος στο δρόμο, και ο Άμπι τον αρπάζει, του κάνει σωματικό έλεγχο και του βάζει τα χέρια πίσω από την πλάτη. «Ντεν έκανα τίποτα» διαμαρύρεται ο Αχμέτ. «Έκει χαρτιά; Κάτσε κάτω, μαλάκα» γρυλλίζει ο Άμπι. «Όταν κάποιο περιοδικό γράφει για μας, το βράδυ έρχονται αστυνομικοί» μας λένε. «Αυτά τα βράδια δεν κοιμόμαστε. Φεύγουμε ή κάνουμε περιπολίες στον κήπο». Ο Τουφίκ μου δείχνει τα σημάδια στο κεφάλι του: «Έπεσα από την ταράτσα μια μέρα που είχε έρθει η αστυνομία. Προσπαθούσα να ξεφύγω». Δίπλα κάθεται ένας κύριος που φαίνεται μεγαλύτερος σε ηλικία. Όταν τον ρωτάω πως τον λένε, αντιδρά μάλλον φοβισμένα. «Αν ξέραμε πως ήταν έτσι η Ελλάδα, δε θα ερχόμασταν ποτέ» λέει. « Δεν υπάρχει δουλειά, δεν υπάρχει τίποτα. Εμείς νομίζαμε ότι ερχόμαστε στην πρωτεύουσα της Ευρώπης. Τώρα, δε μπορούμε να φύγουμε». Μα καλά, που ζούσες; μου ‘ρχεται να τον ρωτήσω. Αλλά δε θα μου πει αλήθεια. Ούτε το πραγματικό όνομα τους δίνουν. Τους ρωτάς πως τους λένε και σου απαντούν κάτι που στη γλώσσα τους σημαίνει «παπούτσι», «καρέκλα», «πιάτο». Όσο για τη νομιμότητα τους, οι περισσότεροι είναι λαθρομετανάστες, κι όταν ρωτάς για τα χαρτιά τους, έχουν διάφορες ιστορίες να πουν για το πώς τα έχασαν. Ο Μαχμούντ, χωρίς χαρτιά, δε μπορεί να γυρίσει πίσω στην Αλγερία κι έτσι μεθαύριο περιμένει τον πατέρα του, που θα έρθει στην Ελλάδα για να δει με τα μάτια του πως ο γιος του είναι καλά. «Απ΄το τηλέφωνο φοβάται ότι μπορεί να του λέω ψέματα. Θέλει να σιγουρευτεί πως είμαι υγιής, πως δεν έχω χάσει κανένα πόδι ή κάτι τέτοιο».
Σε τούτο το παλιόσπιτο, σε τούτο το ρημάδι
Σε κάποιο από αυτά τα δωμάτια, κάποτε διάβαζαν τα ποιήματα τους ο Σεφέρης και ο Ελύτης. Δε θα βρεις μεγάλα ονόματα που να μην έχουν περάσει την σιδερένια πόρτα: αστέρια της Columbia ή κάποιας άλλης από τις εταιρίες που χρησιμοποίησαν τα studio στη Ριζούπολη. Χατζιδάκις, Τσιτσάνης, Θεοδωράκης, Καζαντζίδης, Βέμπο, Βαμβακάρης. Τσαλαπατάμε πάνω στα ίχνη τους, καθώς γυρνάμε από κτίριο σε κτίριο. Αντί για χαλί, ατελείωτες ταινίες από κασέτες, τσαλακωμένες φωτογραφίες, σπασμένα πλαστικά απομεινάρια του τότε. Για παράθυρα και πόρτες ούτε λόγος, τα ντουβάρια είναι μισοπεσμένα, και όλα είναι τόσο βρώμικα που τα ρούχα τους τα απλώνουν στα δέντρα για να στεγνώσουν. Εδώ και χρόνια λένε ότι θέλουν να το κάνουν Μουσείο Ελληνικής Δισκογραφίας. Μέχρι και θέμα στη Βουλή έχει γίνει. Μέχρι στιγμής πάντως, μοναδικοί επισκέπτες, φύλακες και ζωντανά εκθέματα είναι αυτοί οι απόκληροι, που γι’αλλού ξεκίνησαν, αλλού βρέθηκαν, και το βράδυ καίνε φωτογραφίες της Ρένας Βλαχοπούλου για να ζεσταθούν.

Δημοσ. στη FAQ στις 4.11.10

Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010

Εμείς μιλήσαμε. Εσείς δεν ακούσατε



Δημοσιεύτηκε στη FAQ στις 20/10/2010

Τρίτη 1 Ιουνίου 2010

ξεμείναμε

..το τριήμερο στην Αθήνα

Μπορεί να μην πήγαμε εκδρομή, αλλά η Αθήνα στις Αργίες δε αφήνει παραπονεμένο-κάθε άλλο παρά ήσυχη είναι…

Αγαπητέ αναγνώστη: αν ανήκεις σ ‘εκείνους που την έκαναν για το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος, ν ‘αλλάξεις σελίδα. Δεν σε θέλω για κοινό! Να πας να κάνεις κανα σχόλιο στις φωτογραφίες που προφανώς έχεις ανεβάσει ήδη στο Facebook από τη μαγευτική Κάτω Ραχούλα και να αφήσεις εμάς που ξεμείναμε στην Αθήνα να φάμε τα λυσσακά μας! Αν πάλι ανήκεις σ’αυτούς που, όπως εγώ, τη βγάλανε Αθηναικά, ελπίζω να ευχαριστήθηκες τουλάχιστον την άδεια πόλη. Που δεν ήταν κι εντελώς άδεια σε σχέση με άλλες χρονιές, μεταξύ μας. Την Παρασκευή, για παράδειγμα, η Καρύτση ήταν μεν ψιλοέρημη, αλλά το Γκάζι ήταν φίσκα. Είχε και το φεστιβάλ τζαζ, που παρά το ψιλόβροχο συγκέντρωσε αρκετό κόσμο, αλλά γι ΄αυτό θα διαβάσεις στο αφιέρωμα στη σελίδα ΧΧ. Και έξω από τα όρια της Τεχνόπολης, ὀμως, οι γνωστοί τύποι (ναι, αυτοί που βγαίνουνε Σαββατοκύριακα στο Γκάζι) τον έκαναν το τζίρο τους. Εμείς μετά το φεστιβάλ καταφύγαμε στο Swing, που επίσης είχε πολύ –ζευγαρωμένο-κόσμο. (Αυτό το πράγμα με τα ζευγάρια δε το καταλαβαίνω. Πού τα φυλάνε όλο το χειμώνα και τα ξαμολάνε ξαφνικά με το που μπαίνει η άνοιξη να ζήσουν τον έρωτα τους σε κοινή θέα; Όπου κι αν γυρίσεις το κεφάλι σου, μα στο περίπτερο πας, μα να πιεις ένα ρημαδοποτό πας, μα στη δουλειά σου πρωινιάτικο, τσουυυπ σκας πάνω στο ρομάντζο. Πολύς έρωτας βρε παιδί μου. Κι εμείς αγαπιόμαστε αλλά το σάλιο το ανταλλάσσουμε κεκλεισμένων των θυρών!).
Το Σάββατο, που είχαν φύγει και οι τελευταίοι, έκανα τρισευτυχισμένη σε ώρα μεσημεριανής αιχμής τη διαδρομή κέντρο –Ψυχικό σε 3 λεπτά ακριβώς (μπαμπά, αν διαβάζεις, αρχικά κακώς έφτασες μέχρι εδώ γιατί εσύ την πήγες την εκδρομή σου και δεν εξαιρείσαι από την κατηγορία που έπρεπε να αλλάξει σελίδα. Αλλά τέλος πάντων, δεν τρέχω με το αυτοκίνητο, το point ήταν ότι δεν είχε καθόλου κίνηση!) και το βράδυ αποφάσισα να πάω στο 4g. Όπου 4g, ένα ‘total trance event’ που πραγματοποιήθηκε στην Ιερά Οδό (το μαγαζί) για δεύτερη φορά. Θέλεις γιατί δεν πρόλαβα την εποχή που το περίφημο Άλσος μάζευε όλους τους ρέηβερς και όλοι θυμούνται τα πάρτι στη Βαρυμπόμπη και τα Οινόφυτα; Θέλεις που αυτός ο τρόπος διασκέδασης αναβιώνει πλέον μόνο μέσα από τέτοια events; Όταν κάτι φίλοι που την έχουν προλάβει τη φάση αναφώνησαν ότι αυτοί που θα έπαιζαν το Σάββατο (Juno Reactor και Hallucinogen) είναι οι καλύτεροι στο είδος τους και ‘τα σπάνε’ και άλλα τέτοια αποφάσισα πως αυτή είναι η ευκαιρία μου να καταλάβω κι εγώ τι εστί βερύκοκο. Κάπως έτσι βρέθηκα εκεί, λίγο ακατάλληλα ντυμένη, όπως συνειδητοποίησα στην πορεία, γιατί οι περισσότεροι είχαν ένα, εμ, κάπως εκκεντρικό στυλ. Από βελούδινα φορέματα μέχρι αντιανεμικές φόρμες και γυαλιά ηλίου μέσα στο σκοτάδι… Ήταν ομολογουμένως κάτι διαφορετικό. Ο κόσμος ήταν από 20 μέχρι 40-στην είσοδο πέτυχα κι ένα ζευγάρι καθως πρέπει εξηντάρηδων που το τόλμησαν, δεν ξέρω τι απέγιναν στη συνέχεια, υποψιάζομαι ότι μπερδεύτηκαν από την αφίσα και νόμιζαν ότι τραγουδάει ο Μητροπάνος και η Πέγκυ Ζήνα. Μέσα, οι προβολείς έπαιζαν με τη χρωματιστή ατμόσφαιρα, το κοινό τα έδινε όλα σε ένα χορό που εγώ δεν έχω ξαναδεί, όπου κουνάς όλα σου τα μέλη προς διάφορες κατευθύνσεις, και οι πιο παθιασμένοι σκαρφάλωναν στο μπροστινό κιγκλίδωμα και υποκλινόταν στους μουσικούς. Οι κινήσεις όλων ήταν εντελώς εναρμονισμένες με το beat της κονσόλας και καθώς η ώρα περνούσε, ο τύπος που έπαιζε και φορούσε μια μεγάλη, άσπρη μάσκα, ενώ στην αρχή με φόβιζε σχεδόν, άρχισε να με παρασύρει κι εμένα και χωρίς να το καταλάβω ξεκίνησα να περπατάω ρυθμικά και να κουνάω το κεφάλι μου δεξιά αριστερά. Εν τω μεταξύ, είχε πάει 4 τα ξημερώματα και ο κόσμος ερχόταν ακόμα. ΄Το μεγάλο πικ είναι μετά τις 5. Την προηγούμενη φορά, το πάρτυ είχε κρατήσει μέχρι τις 11 το πρωί’ μου είπε ο υπεύθυνος. Χαρά στο κουράγιο τους!
Την Κυριακή, είπα να το γυρίσω πάλι στο παραδοσιακό. Αργία, γαρ, η Δευτέρα, του δώσαμε και κατάλαβε: οι δρόμοι άδειοι, ό,τι πρέπει για τσάρκα! Όχι που θα μας την πείτε εσείς που φύγατε! Κι εμείς εδώ, δεν περάσαμε άσχημα! Δροσερό mojito στο taf (ωραία η έκθεση στο πάνω μέρος), όταν άρχισε να γεμίζει μεταφερθήκαμε για κολασμένο burger στο Nixon, λίγο από Μαβίλλη όπου γινόταν χαμός και στο τέλος ήρεμο κρασάκι στο Χαλάνδρι. Εκεί, ένας καπετάνιος που μπάρκαρε την επόμενη μέρα, κέρασε όλο το μαγαζί, χόρεψε τη γυναίκα του το «por una gabeza» κοιτώντας την με πάθος στα μάτια, έδωσε ραντεβού ξανά το Σεπτέμβρη, πλήρωσε μια μικρή περιουσία και έφυγε με τη γυναίκα αλά μπρατσέτα και το χαμόγελο στο στόμα. Αυτά είναι.

(Ὀπως καταλαβαίνεις αγαπητέ αναγνώστη, μετά από όλα αυτά, τη Δευτέρα δεν έκανα τίποτα γιατί προσπαθούσα όλη μέρα να συνέλθω!)

Δημοσ. στη FAQ στις 26/5

Σάββατο 22 Μαΐου 2010

art athina


Art Athina – η έκθεση

Το λέει και η λέξη. Τέχνη στην Αθήνα. Τι, έχει πεθάνει; Φίλε και φιλότεχνε αναγνώστη, πλανάσαι πλάνην οικτράν. Η τέχνη στην Αθήνα δεν έχει πεθάνει καθόλου. Δε το λέω εγώ, το λένε οι ειδικοί -ο εικαστικός Δημήτρης Αντωνίτσης που μίλησε στην φετινή Art Athina: Η τέχνη, λέει, είναι σα μια γάτα. Πέφτει από το κτίριο, αλλά στέκεται στα πόδια της. Απλώς, πρέπει να καταλάβουμε ότι στην Ελλάδα η γάτα αυτή δεν είναι εφτάψυχη. Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή. Στην περυσινή φουάρ που διεξήχθη στον ίδιο χώρο, στο κλειστό Π.Φαλήρου, δεν είχα πάει. Ούτε και φέτος θα πήγαινα για να πω και την πικρή μου, άτεχνη αλήθεια, αν δε με έσερνε ο φίλος Π. στα εγκαίνια. Τέλος πάντων, φτάνουμε που λες στο γήπεδο. Με ταξί, ευτυχώς, γιατί τα αυτοκίνητα σφάζονταν στην ποδιά του παρκαδόρου για μια θέση στο parking και δεν κουνιόταν φύλλο. Η διοργάνωση, λέει, που λαμβάνει χώρο τα τελευταία 16 χρόνια, είχε 30% περισσότερο κόσμο από πέρυσι. Ωιμέ, κατακαημένο τακούνι, κοιμήσου ήσυχα στο κουτί σου και ξέχνα τα βασανιστήρια που πέρασες στο χαλίκι έξω απ’το TaeKwonDo. Μπήκαμε μέσα (μικρή καθυστέρηση για να βρουν τις προσκλήσεις μας, αλλά δε το σημειώνω στα αρνητικά γιατί συνοδεύτηκε από ευγενές χαμόγελο) και επιθεωρήσαμε την έκθεση από ψηλά- στο κάτω μέρος του γηπέδου ήταν τοποθετημένα μεγάλα, άσπρα χωρίσματα που οριοθετούσαν το χώρο της καθεμιάς από τις 58 γκαλερί. Σα μικρά δωματιάκια με πίνακες και εικαστικές δημιουργίες. Τριγύρω τιτίβιζαν οι μελισσούλες, με το γνωστό ύφος-προσήλωση-μπροστά στο έργο, τα χείλη σουφρωμένα μπροστά, τα δάχτυλα να χαιδεύουν ελαφρά το πηγούνι. Οι μελισούλες χωρίζονταν χοντρικά σε τρεις κατηγορίες: Αμφιέσεις τύπου σας παρακαλώ θαυμάστε την υπερπαραγωγή στο κεφάλι μου όσο εγώ χαζεύω δήθεν αδιάφορα το υπερπέραν, φρικότεχνες φάτσες τύπου διπλανέ μη με ενοχλείς εδωπέρα αναβαθμίζω το επίπεδο μου, και φυσικά κυρίες >50 τύπου έριξα μια πρόχειρη τουαλέτα με ουρά πάνω μου και βγήκα κρατώντας τον πρέσβη απ’το χέρι. Οι υπόλοιποι συνωστίζονταν στο μπαρ (μεγάλη πετυχεσιά τα free drinks) και χάζευαν τα εκθέματα των πολιτιστικών φορέων που φιλοξενούνταν στο πάνω μέρος. Το βλέμμα μας τράβηξαν οι φωτογραφίες στο stand του Ozon Magazine και η έκθεση Βιβλία Ελλήνων Καλλιτεχνών: Σύγχρονες Εικαστικές Δημιουργίες, με τα βιβλία ως αποτέλεσμα καλλιτεχνικής παραγωγής.
Κατεβαίνοντας προς τα κάτω, προσπεράσαμε τους πρόσχαρους Κυπρίους με τη must ροζ κονκάρδα «I Love Cyprus But Cyprus Doesn’t Love Me», και άρχισε ο αγώνας μπας και μπορέσουμε να τα δούμε όλα .Μάζεψε καλή μου το λέλουδο από το μαλλί σου να θαυμάσει κι ο λαός τη δουλειά του καλλιτέχνη! Μη μου στέκεσαι μες τη μέση μέχρι να σε πάρει ο φωτογράφος! Με τα πολλά, καταφέραμε να κάνουμε ένα τουρ. Πολύ ωραία η έκθεση, με δυνατότερο νομίζω κομμάτι αυτό του αγαπημένου μου Βλάσση Κανιάρη, που καταδίκασε τη συνενοχή όλων σε ό,τι συμβαίνει γύρω μας με την εικαστική του παρουσίαση. Πολύ μου άρεσαν επίσης οι χάρτινες δημιουργίες της Ζωής Κεραμέα (Kouros Gallery) και οι αλουμινένιες της Βερολινέζας Angela Mewes (Nice & Fit). Το αισθητικό αποτέλεσμα, βασιζόμενο κυρίως στην ποικιλία των τεχνοτροπιών και των αντιλήψεων, ήταν κάτι παραπάνω από ικανοποιητικό. Well done.
Παρατράγουδο: φρικότεχνη γκαλερίστα, πάνω στο ψηστήρι για να πείσει κάποιον να αγοράσει ένα έργο, κάνει την εξής παρομοίωση που περνάει στην ιστορία: "Το καλό με ένα έργο τέχνης, είναι ότι το αγοράζεις και δεν πληρώνεις τίποτα άλλο μετά. Ενώ αν αγοράσεις ένα κότερο, σε ταράζουν στους φόρους"
..Και το θετικό: την επομένη των εγκαινίων, το κοινό μαγικά μετετράπη σε απλό, καθημερινό κόσμο που πήγε στην Art Athina επειδή ήθελε όντως να θαυμάσει τα έργα και όχι να στηθεί για να τον φωτογραφήσουν. Περίεργο;


Art Athina - το party


Και επειδή ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυο φορές, (ή μάλλον όπου γάμος και χαρά), φυσικά επιστρέψαμε και για το πάρτυ. Όσοι έζησαν τις ένδοξες μέρες του Guru, περιγράφουν το πάρτυ του το Σάββατο το βράδυ στο Art Athina σα το reunion που περίμεναν τόσο καιρό. Η αλήθεια είναι πως ήταν ο,τι πιο ζωντανό έχουμε βρεθεί πρόσφατα. Παρά το ότι δεν γινόταν σε εσωτερικό χώρο, το κέφι νίκησε τον αέρα που λυσσομανούσε, η μουσική ήταν απλώς φανταστική και ακόμη και οι πιο ντροπαλοί ξεβιδώθηκαν στο χορό. Και του χρόνου!

Δημοσ. στη FAQ στις 19.05

Η φωτογραφία είναι απο το Velvet Magazine

Δευτέρα 3 Μαΐου 2010

προσοχή, γρατζουνάει



Μπήκα μες την αίθουσα μην έχοντας ιδέα για το τί θα συναντήσω. Για την Έκθεση Μορφολογίας Γάτας, στην "Τεχνόπολις", ήξερα οτι θα είναι η μεγαλύτερη που έχει διεξαχθεί μέχρι στιγμής στη χώρα μας,οτι οι κριτές θα προέρχονται απο το εξωτερικό, κι ότι θα έχουμε την ευκαιρία να θαυμάσουμε σπάνιες ράτσες γατών. Το πλέον σπάνιο πάντως μέσα στο χώρο ήταν το οξυγόνο. Η αποπνικτική ατμόσφαιρα μας γρατζούνισε τα ρουθούνια και η ζέστη κόλλησε πάνω στα ρούχα μας. Και καλά εμείς. Κάθε τρεις και λίγο βγαίναμε έξω για… ανεφοδιασμό. Τα έρμα τα τετράποδα, παγιδευμένα μέσα στα σιδερένια κλουβιά πίσω απο τα κάγκελα των οποίων κάποιοι τα θαύμαζαν, πού να πάνε; Τι κι αν ορισμένα απο τα κουτιά αυτά ήταν ντυμένα με ροζ τούλια κι άλλες τέτοιες κιτσαρίες για να γίνουν πιο θελκτικά στους ανθρώπους; Τι κι αν ορισμένα απο τα κουτιά αυτά φιλοξενούσαν ζώα των οποίων η τιμή έφτανε το ενάμισι χιλιάρικο; Εκείνα δε φάνηκαν να εκτιμούν την καλλιτεχνική πινελιά ή να κολακεύονται απο την τιμή που τους είχαν ορίσει. Για τις γάτες, το κιτς κλουβί-λατέρνα έμοιαζε, μάλλον, πάλι με κλουβί. Κατά το μεσημεράκι που φτάσαμε εμείς( οι έκθεση λειτουργούσε απο το πρωί του Σαββάτου και της Κυριακής), ήταν ήδη σε κατάσταση νιρβάνα, και μάταια οι ιδιοκτήτες ή εκτροφείς τα ξεγέλαγαν (προσπαθούσαν να τα ξυπνήσουν)με κάτι φουντωτά ραβδάκια για να βγουν φωτογραφία. Οι διάφοροι "φιλόζωοι" περιφέρονταν βγάζοντας κραυγές θαυμασμού για τα ημιλιπόθυμα ζωάκια, αγόραζαν με πάθος τροφές και γατο-αξεσουάρ απο τους χορηγούς που είχαν στήσει διάφορα σταντς, ενώ ταυτόχρονα έκαναν με σχεδόν ρυθμικές κινήσεις αέρα με το πρόγραμμα ( η ατμόσφαιρα που λέγαμε). Το οποίο πρόγραμμα φυσικά (στην Ελλάδα βρισκόμαστε) δεν είναι να πεις οτι τηρήθηκε κατά γράμμα, αφού όταν ήρθε η ώρα οι εγχώριοι κριτές (οι άλλοι δεν ήρθαν λόγω της γνωστής σκόνης) να κρίνουν, μέχρι να ακούσει ο εκτροφέας/ιδιοκτήτης το όνομα και να φέρει το ημιλιπόθυμο γατί, να να διαπιστωθεί αν το γατί θα διαγωνιστεί ή το έχουν πάρει κι έχουν φύγει γιατί ήταν αυτά που δίδονταν προς υιοθεσία και βρήκε γονείς, είχες βαρεθεί να διαβάζεις τις φωτοτυπίες/ αγγελίες πώλησης για εξωτικά γατάκια κι είχες βγει έξω για τη δόση οξυγόνου. Αφού λοιπόν η Φωτεινή Πιπιλή απένειμε συμβολικά ένα βραβείο, αφού ρωτήσαμε τους διοργανωτές πόσα γατάκια ήταν ακόμη να διαγωνιστούν αλλά ούτε αυτοί ήξεραν, και αφού ήδη είχαμε φάει ένα δύωρο μέσα στο σχεδόν-θερμοκήπιο, φύγαμε. Στο δρόμο προς την έξοδο, ρώτησα τον ιδιοκτήτη μιας γάτας ράτσας η οποία είχε βγει νοκ-άουτ και κυριολεκτικά είχε… σηκώσει τα πόδια ψηλά, αν την πείραξε η ζέστη, και πήρα την εξής αποστομοτική απάντηση: "Ε, τι να κάνουμε… και στο σπίτι το καλοκαίρι έτσι (ντάγκλα; ) είναι… Μήπως έχουμε κι air condition ;"

Δημοσ. στο περιοδικό VetoMag στις 25.4.10

Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010

twitt-y

Όταν πέρασα τα σήματα στην οδήγηση, το πρώτο «Καλοδιπλώματη!» το άκουσα (ή μάλλον το διάβασα) από επαφή στο Twitter, όχι από φίλο. Κι αυτό γιατί το «πέρασα!!!» το ανέβασα πρώτα στο Twitter και μετά το προώθησα σε οικογένεια, φίλους και αμόρε. Τους το χρωστούσα, άλλωστε, αφού λίγα δευτερόλεπτα πριν μπω στην αίθουσα, την απορία της τελευταίας στιγμής (που τελικά έπεσε κιόλας) μου την έλυσαν κάποιες από τις επαφές που «ακολουθώ», σε κλάσματα δευτερολέπτου. Διότι, οι φίλοι και γνωστοί σου μπορεί να δουλεύουν ή να κοιμούνται ή να έχουν το κινητό τους στο αθόρυβο, αλλά στο Twitter θα βρεθεί πάντα- μα πάντα, και τις πιο παράξενες ώρες, κάποιος ξενύχτης ή πρωινός τύπος που βαριέται στη δουλειά ή χαζεύει απ’το κινητό του λίγο πριν πέσει για ύπνο, για να μοιραστείς μαζί του τη σημαντική ή ασήμαντη είδηση που διάβασες, το ανέκδοτο που άκουσες, το ότι σε πονάει το δόντι σου ή μαγείρεψες πρώτη φορά παστίτσιο χωρίς να το κάψεις. Οι επαφές που «ακολουθείς» είναι τα δημόσια πρόσωπα ή απλοί χρήστες, εφημερίδες, οργανισμοί κλπ των οποίων λαμβάνεις τις ενημερώσεις. Ενημερώσεις σύντομες όσο και οι 140 χαρακτήρες που σου επιτρέπεται να χρησιμοποιήσεις: στο Twitter όλα λέγονται κοφτά και σε ταχύτητες που δεν τις προλαβαίνεις- για την ακρίβεια, αν η πρόταση που προηγήθηκε ήταν ενημέρωση θα έπρεπε να της κόψω 19 χαρακτήρες, πριν τη δημοσιεύσω, και όσο εγώ την πληκτρολογούσα, η Γιόκο Όνο (http://twitter.com/yokoono) είχε προλάβει να παρακινήσει τους followers της να βοηθήσουν τους πληγέντες από το σεισμό στη Χιλή, 7 φορές!

Η οικονομία χρόνου, το «ζωντανό ίντερνετ» θεωρείται από πολλούς το κλειδί της επιτυχίας της συγκεκριμένης διαδικτυακής πλατφόρμας. Για να ενημερωθείς, αντί για την καθιερωμένη βόλτα στα δημοσιογραφικά sites, μπορείς απλά να επιλέξεις να «ακολουθήσεις» τους φορείς από τους οποίους προτιμάς να λαμβάνεις ειδήσεις, και να πατήσεις το Home. Εκεί, στο μισό χρόνο που θα μου έπαιρνε η πλάγια ανάγνωση μιας οποιασδήποτε σελίδας στο νετ, έμαθα σήμερα το πρωί ότι ένα λουλούδι που ο θιβετιανός μύθος λέει ότι ανθίζει κάθε 3.000 χρόνια, άνθισε κάτω απ’το πλυντήριο μιας μοναχής στην Κίνα, ότι «O σεισμός της Χιλής είναι ο 5ος μεγαλύτερος που έχει καταγραφεί απ' το 1900», και ότι αύριο απεργούν οι περιπτεράδες. Α, και ότι ο ο μικρός γιος του Χάρρυ Κλυνν είναι ίδιος ο πατέρας του αλλά αυτό μάλλον μπαίνει στην άλλη κατηγορία. Την κατηγορία που θέλει τους χρήστες του Twitter να ακολουθούν τουλάχιστον από δέκα πρόσωπα της δημοσιότητας, να αναδημοσιεύουν τακτικά τις ενημερώσεις τους (retweeting), να τους στέλνουν χρόνια πολλά στα γενέθλια τους, να τρυπώνουν στον κόσμο τους γενικώς. Όταν, για παράδειγμα, η Ελίζαμπεθ Τέιλορ (http://twitter.com/DameElizabeth )μπήκε στο χειρουργείο για την καρδιά της, το συγκινητικό μήνυμα που άφησε στη σελίδα της στο Twitter Dear Friends, I would like to let you know before it gets in the papers that I am going into the hospital to have a procedure on my heart”, προκάλεσε τεράστιο κύμα συμπαράστασης από τους 200.000 ιντερνετικούς φίλους της, οι οποίοι, όσο να’ναι, ένιωσαν πιο σημαντικοί από τους υπόλοιπους που «απλά θα το διάβαζαν στην εφημερίδα». Από τις πιο εθισμένες-στο-Twitter φιγούρες του δημόσιου χώρου είναι ο Πάολο Κοέλιο (http://twitter.com/paulocoelho), τον οποίο κοντεύω να διαγράψω από αυτούς που ακολουθώ, γιατί με έχει κουράσει! Όποια ώρα κι αν συνδεθείς, κάτι θα έχει δημοσιεύσει, πρώτα στα ισπανικά και μετά στα αγγλικά. Έχω σοβαρές αμφιβολίες για το πότε κοιμάται. Η τελευταία του δημοσίευση (πριν 4 λεπτά), έλεγε: «Current status: write/walk/tweet to relax/write/tweet to relax/shower/walk/eat//write/tweet to relax/write/write/write/tweet to relax.» Ο Άστον Κούτσερ πάλι(http://twitter.com/aplusk),ίσως ο πιο δημοφιλής celebrity στην Twitterland ,με τα 4μιση εκατομμύρια φίλων, δε φαίνεται να μη νιώθει άνετα όταν η αγαπημένη του Ντέμι Μουρ (http://twitter.com/mrskutcher ) υπογράφει ως Κυρία Κούτσερ και τον αποκαλεί «μωρό της» μπροστά στα 2μιση εκατομμύρια δικών της φίλων. Μάλλον τα έχουν βρει στο ρομαντισμό , διότι και εκείνος μας έχει συνηθίσει σε δημοσιεύσεις τύπου «Αν δεν υπήρχε αγάπη δε θα υπήρχε τίποτα» και άλλα τέτοια ποιητικά. Πέρα από το παιχνίδι της κλειδαρότρυπας όμως, το Twitter σαν καινούριο μέσο διακίνησης της πληροφορίας έχει πετύχει ότι διαφημίζουν ματαίως ότι προσφέρουν όλα τα υπόλοιπα μέσα ενημέρωσης ανεξαιρέτως: έχει απεκδυθεί την έννοια της υποκειμενικότητας. Μέσα σε 140 χαρακτήρες ίσα που χωράει να στριμωχθεί η είδηση, χωρίς να μένει χώρος για τη γνώμη του προσώπου που τη γράφει. Όταν πρόκειται για πραγματικό γεγονός (στην Ελλάδα το έχουμε δει ήδη από τα επεισόδια το Δεκέμβρη του 2008 όπου η κινητοποίηση ήταν αστραπιαία) το Twitter το εκτοξεύει από τη μια γωνιά του πλανήτη στην άλλη ώσπου να πεις «έγινε», ακριβώς διότι δεν χαραμίζει χρόνο και χώρο για τις φιοριτούρες. Αυτό είναι τόσο σωτήριο όταν η είδηση είναι αληθινή, όσο τρομακτικό όταν η είδηση είναι ψεύτικη (τα λεγόμενα hoaxes). Όταν πριν από λίγο καιρό κάποιος αποφάσισε να αναδημοσιεύσει μια ψεύτικη είδηση, που είχε πρωτοδει το φως της δημοσιότητας το 2004 και ήθελε το Τζόνι Ντεπ νεκρό, τα updates τύπου «ΘΕΕ ΜΟΥ πέθανε ο Τζόνι Ντεπ;; οοοοχιιιι» κατέκλυσαν το Twitter, αναγκάζοντας τον ίδιο τον ηθοποιό να δηλώσει σύμφωνα με το www.mirror.co.ukTwitter?Χαίρομαι που δε συμμετέχω σ’αυτό. Θα προτιμούσα να διαβάσω ένα βιβλίο!” και επιβαρύνοντας φυσικά την εικόνα του site.

Τέλος,όπως συμβαίνει σε όλα τα νέα social media, όποιος αποφασίζει να ακολουθήσει την εξέλιξη του, καλό θα είναι να κάνει μια μικρή έρευνα πρώτα, σε σχέση με τα οφέλη που θα αποκομίσει από αυτό και το μέτρο που μπορεί να χρειαστεί να επιβάλλει στον εαυτό του. Γιατί μπορεί ο κόσμος του Twitter να κινείται με διαστημικές ταχύτητες, αλλά το ίδιο συμβαίνει και με τον έξω κόσμο, ο οποίος εκτός από εικόνες και γραφικά μας προσφέρει ανθρώπινη παρουσία και τις μυρωδιές της άνοιξης. (Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να τονίσω πως, όταν συνειδητοποίησα ότι πέφτοντας για ύπνο, δεν άκουγα την καληνύχτα του προσώπου δίπλα μου γιατί είχα το πρόσωπο μου κολλημένο στην οθόνη του κινητού χαζεύοντας στο Twitter, έκανα να το ξαναχρησιμοποιήσω μήνες μέχρι να σιγουρευτώ ότι…. είμαι καθαρή).

Δημοσ. στο VetoMag

Ελίζα Συναδινού

Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2010

για ποια ΑΜΕΑ μιλάς ;

Για ποια ΑΜΕΑ μου μιλάς;

Για τις ανάγκες του ρεπορτάζ, χρειάστηκαν πάνω από τέσσερις ώρες στο αναπηρικό καροτσάκι, τρεις φορές να βάλω τα κλάματα, πολύ περισσότερες να κινδυνέψω να με πατήσει αυτοκίνητο, και σχεδόν σε κάθε δεύτερη γωνία του κέντρου να φάω τα μούτρα μου. Όμως, μόλις τρία λεπτά μου πήρε, για να καταλάβω πόσο άγριο είναι για κάποιον με προβλήματα κίνησης, να αντιμετωπίσει τη ζούγκλα της Αθήνας πάνω στο αναπηρικό του αμαξίδιο. Ήταν όταν βρέθηκα ακινητοποιημένη και ανήμπορη στη μέση του δρόμου γωνία Ακαδημίας και Ομήρου, έχοντας ξεκινήσει από το ΙΚΑ στην Ακαδημίας, γιατί απλά δεν μπορούσα να περάσω απέναντι. Βλέπετε, την προσπάθεια μου να περάσω το δρόμο, σαμποτάριζαν η ανύπαρκτη διάβαση στη μία πλευρά, που ήταν τόσο απότομη που έμοιαζε περισσότερο με εμπόδιο, και η καλυμμένη από σκουπίδια διάβαση στην άλλη. Και κάπως έτσι συνεχίστηκε, από την Ακαδημίας στην Ομήρου και τη Σκουφά μέχρι και την πλατεία Κάνιγγος. Μια διαδρομή που έχει πολλές φορές χρειαστεί να κάνω, για τις πιο απλές δουλειές στο κέντρο. Αλλά αυτή τη φορά ήταν διαφορετικά. Κάθε γωνιά και εμπόδιο. Κάθε φανάρι και αγωνία. Θα το προλάβω; Θα κατέβω το πεζοδρόμιο χωρίς να πέσω, αφού δεν υπάρχει ειδική ράμπα, θα ανέβω στο επόμενο πριν στρίψει κάποιος και με πατήσει γιατί δε βλέπει; Πως θα περάσω πάνω απ’το βουνό σκουπιδιών που καλύπτει τη διάβαση; Πως θα περάσω από εδώ που ο μάγκας με το μηχανάκι το κότσαρε ολόκληρο πάνω στο πεζοδρόμιο; Πως θα προσπεράσω το παρκαρισμένο τζιπ μπροστά στη διάβαση;
Διότι για αυτόν που κινείται πάνω στο καροτσάκι, ο Ελληναράς που έχει παρκάρει μπροστά στη διάβαση δεν είναι ακόμα ένα γαϊδούρι. Είναι αυτός που τον έχει καθυστερήσει απίστευτα από την δουλειά του, αυτός που τον έχει κάνει να νιώσει ανήμπορος καθώς δεν μπορεί να περάσει από πουθενά αλλού και οι ρημάδες οι ρόδες δεν σκαρφαλώνουν πεζοδρόμια, είναι αυτός που έχει θέσει σε κίνδυνο μέχρι και τη ζωή του, αναγκάζοντας τον να κάνει μανούβρες ανάμεσα στα αυτοκίνητα που τρέχουν σαν τρελά- και όλοι ξέρουμε πόσο προσεκτικοί είναι οι Έλληνες οδηγοί.

Καθοριστική στιγμή… όταν έφτασε η ώρα να επιβιβαστώ στο λεωφορείο. Για ποια ράμπα μιλάμε; Εδώ για να ανοίξει η πόρτα και να μπω, κινητοποιήθηκαν οι μισοί επιβάτες, όπως μπορούσε ο καθένας: άλλος κοπανούσε την πόρτα απέξω, άλλοι φώναζαν κι έκαναν νοήματα στον οδηγό, άλλοι σήκωσαν τελικά το καροτσάκι για να με βάλουν μέσα…
Τότε ήταν που έμπηξα το προαναφερθέν κλάμα. Από τη συγκίνηση. Τότε, όταν πήγε να με πατήσει ένα αυτοκίνητο γιατί δεν με είχε δει και το καροτσάκι γλιστρούσε στην κατηφόρα μπροστά του, (από το φόβο και την αίσθηση ανικανότητας), και όταν κάποιοι ηλικιωμένοι στα Εξάρχεια με βοήθησαν να ανέβω σε ένα πεζοδρόμιο όλοι μαζί. Η αλήθεια είναι ότι, όπως κατεβαίναμε προς Εξάρχεια, τα σκουπίδια αυξάνονταν, αλλά το ίδιο συνέβαινε και με την ανθρωπιά. Όσο πιο πολύ πλησιάζαμε προς την πλατεία Κάνιγγος, τόσο πιο συχνά συναντούσαμε στο δρόμο μας ανθρώπους πρόθυμους να μας βοηθήσουν. Τυχαίο ή όχι;
Όχι, η ανθρωπιά στους δρόμους της Αθήνας δεν έχει πεθάνει. Οι δρόμοι της Αθήνας πεθαίνουν κάθε μέρα τους ανθρώπους της. Δεν είναι τα σκουπίδια, δεν είναι τα παρκαρισμένα. Είναι ότι σε διώχνουν μακριά, όλα, συνεχώς. Σε πληγώνουν. Σου στερούν την αξιοπρέπεια σου. Είτε κινείσαι με καροτσάκι και αγωνιάς για το τι σε περιμένει στο τέλος του δρόμου, είτε παρκάρεις το αυτοκινητάκι σου και ούτε που προσέχεις τη διάβαση. Δε βαριέσαι; Όχι δε βαριέσαι. Δε βαριέμαι. Δεν πρέπει να βαριόμαστε.
Ps. Διαβάστε για τα νομικά δικαιώματα των αναπήρων στο
http://www.disabled.gr/lib/?p=7504

δημοσιεύτηκε στο VetoMag στις 25.12.08
Ελίζα Συναδινού esinadinou@eveto.gr